Όσοι νομίζουν ότι όλοι οι Έλληνες, ηλικίας άνω των 13 ετών, έχουν κινητό τηλέφωνο, μάλλον θα πρέπει να το ξανασκεφτούν. Και αυτό γιατί το 6% των Ελλήνων ηλικίας 13-70 ετών αρνείται (μέχρι στιγμής) τη χρήση του και επικοινωνεί αποκλειστικά μέσω του σταθερού τηλεφώνου. Ταυτόχρονα, όμως, το 16% των Ελλήνων έχει αποφασίσει και έχει κόψει τα “δεσμά” του σταθερού τηλεφώνου και έχει αποκλειστικά κινητή επικοινωνία.
Τα στοιχεία αυτά προκύπτουν από τα αποτελέσματα της τελευταίας έρευνας «Lifestyles» της Focus Bari που πραγματοποιήθηκε μεταξύ Σεπτεμβρίου 2009 και Μάρτιο 2010 και καλύπτει άντρες και γυναίκες από 13 έως 70 ετών, κατοίκους των νομών Αττικής, Θεσσαλονίκης και λοιπής ηπειρωτικής Ελλάδα και Κρήτης με έμφαση στα μεγάλα αστικά κέντρα της κάθε περιοχής.
Σύμφωνα με την έρευνα, το ποσοστό διείσδυσης του κινητού τηλεφώνου ανέρχεται στο 94% και παρουσιάζει μία σταθερή αύξηση μίας ποσοστιαίας μονάδας σε ετήσια βάση από το 2008 και έπειτα. Από την άλλη πλευρά, η διείσδυση του σταθερού τηλεφώνου παρουσίασε μία αύξηση της τάξεως των δύο ποσοστιαίων μονάδων στις αρχές του 2010, φθάνοντας στο 84% από 82% που ήταν το 2009. Τέλος, το ποσοστό των Ελλήνων που έχουν τόσο σταθερό όσο και κινητό τηλέφωνο ανέρχεται στο 79%.
Από τα στοιχεία της Focus Bari προκύπτει ότι το 62% των Ελλήνων προτιμά το καρτοκινητό, ενώ συμβόλαιο σε κάποια εταιρεία κινητής τηλεφωνίας έχει το 45% των Ελλήνων. Σημειώστε πάντως ότι υπάρχει και ένα 7% που έχει τόσο σύνδεση μέσω συμβολαίου όσο και ένα καρτοκινητό πακέτο.
Όσον αφορά στα χαρακτηριστικά των κινητών τηλεφώνων που χρησιμοποιούν οι Έλληνες, πρώτη στη λίστα με 81% έρχεται η φωτογραφική μηχανή, ακολουθεί το ραδιόφωνο με 70%, ενώ στο 47% υπάρχει η δυνατότητα αναπαραγωγής μουσικών αρχείων (MP3 player). Επίσης, ένα διόλου ευκαταφρόνητο 23% έχει και δυνατότητα πρόσβασης στο Διαδίκτυο μέσω του κινητού τηλεφώνου του, χρησιμοποιώντας τη λειτουργία για σύνδεση σε ασύρματα δίκτυα (WiFi).
Τέλος, το 21% των Ελλήνων έχει συσκευή που λειτουργεί σε δίκτυα κινητής τηλεφωνίας 3ης γενιάς (3G). Τέτοιες συσκευές έχουν κυρίως οι άνδρες (26% έναντι 16% στις γυναίκες) και οι νεαρές ηλικίες έως 34 ετών: 25% στις ηλικίες 13-17 ετών, 36% στις ηλικίες 18-24 και 30% στην κατηγορία 25-34 ετών, ενώ στη συνέχεια τα ποσοστά πέφτουν στο 20% στις ηλικίες 35-44 ετών και στο 9% σε όσους είναι άνω των 45 ετών.
Σχόλια